Uncategorized, Άρθρα, Ενημέρωση

Ανάλυση του οίκου McKinsey συμπεραίνει ότι η ηλεκτροκίνηση των αυτοκινήτων δεν πρόκειται κατά κανένα τρόπο να προκαλέσει κρίση ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας

Δημοσιεύτηκε στις 24 Αυγούστου από τον Charles Morris

(Σημείωση: Το ΕΛ.ΙΝ.Η.Ο. σταθερά όλα τα τελευταία χρόνια υποστηρίζει ότι δεν πρόκειται να υπάρξει πρόβλημα επάρκειας ηλεκτρικής ενέργειας που να προκύψει από την ευρεία διάδοση της ηλεκτροκίνησης των αυτοκινήτων. Η θέση του αυτή βρήκε πολλές φορές αντίθετους εξειδικευμένους φορείς και άλλους ειδήμονες αλλά φαίνεται ότι οι εξελίξεις σε διάφορα μέρη του κόσμου τη δικαιώνουν απολύτως. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η παρούσα ανάλυση, με σημερινά στοιχεία από τη Γερμανία, προβλέπει τα ίδια ποσοστά  επαύξησης της ζήτησης από την ηλεκτροκίνηση των αυτοκινήτων με αυτά που προέβλεπε και η από αρκετών ετών δημοσιευμένη αντίστοιχη μελέτη του ΕΛ.ΙΝ.Η.Ο.)

Σε συνέχεια των σχετικών ευρημάτων της έρευνας που διενήργησε η δεξαμενή σκέψης “Next 10”, σχετικά με τις επιπτώσεις που θα προκαλέσει στο δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της California η διάδοση της ηλεκτροκίνησης των αυτοκινήτων, έρχεται τώρα η δημοσίευση μιας ανάλυσης του οίκου McKinsey η οποία επιβεβαιώνει ότι η προβλεπόμενη σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα διάδοση της ηλεκτροκίνησης των αυτοκινήτων  δεν θα προκαλέσει κανένα πρόβλημα στην επάρκεια της ηλεκτρικής ενέργειας.

Αξιοποιώντας στοιχεία που προήλθαν από τη Γερμανία, η οποία χρησιμοποιείται εν προκειμένω ως παράδειγμα, η McKinsey συμπεραίνει ότι η ευρεία διείσδυση της τεχνολογίας της ηλεκτροκίνησης των αυτοκινήτων δεν φαίνεται να προκαλεί σημαντική αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, τουλάχιστο μέχρι τον χρονικό ορίζοντα του 2050. Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα προβλέπεται να προσθέσουν περίπου 1% στη συνολική ζήτηση ενέργειας της χώρας απαιτώντας επιπλέον περίπου 5 gigawatts (GW) της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής μέχρι το 2030. Αυτή η ζήτηση ίσως να ανέλθει στο 4% μέχρι το 2050 δηλαδή να αντιστοιχεί σε μια πρόσθετη ζήτηση περίπου 20 gigawatts (GW). Σημειωτέον  μάλιστα  ότι,  όπως επίσης προβλέπεται, ισομεγέθης σχεδόν παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να έχει προστεθεί μέχρι τότε προερχόμενη αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Ενώ όμως η ευρεία εφαρμογή της ηλεκτροκίνησης των αυτοκινήτων δεν πρόκειται να προκαλέσει σημαντική αύξηση στη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας φαίνεται να είναι ικανή να προκαλεί διαφοροποιήσεις στις καμπύλες ζήτησης της ηλεκτρικής ενέργειας κατά τη διάρκεια του 24ώρου οι οποίες πιθανότατα να παρουσιάζουν αύξηση κατά τις νυκτερινές ώρες κατά 1% περίπου μέχρι του έτους 2030 και κατά 5% περίπου μέχρι του έτους 2050. Αυτές όμως οι διαφοροποιήσεις στις καμπύλες ζήτησης  κανένα σημαντικό πρόβλημα δεν μπορούν να δημιουργήσουν.

Εντούτοις, μπορούν να προκαλέσουν απαιτητικότερες λειτουργικές συνθήκες σε τοπικά επίπεδα δοθέντος ότι η, κατά περιοχές της χώρας, διείσδυση της ηλεκτροκίνησης των αυτοκινήτων θα ποικίλλει σημαντικά. Για παράδειγμα περιοχές με μεγάλες συγκεντρώσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων όπως και περιοχές με μεγάλους σταθμούς ταχείας φόρτισης ή με μεγάλα εμπορικά κέντρα είναι πιθανό να παρουσιάζουν οξείες κορυφές στην καμπύλη ζήτησης οι οποίες βέβαια θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με κατάλληλες επεμβάσεις στα τοπικά δίκτυα.

Η εμφάνιση αυξημένης ζήτησης, ιδίως στα σημεία που θα εγκατασταθούν μεγάλοι σταθμοί δημόσιας ταχείας φόρτισης των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, είναι πιθανό να απαιτήσει τη λήψη μέτρων ευστάθειας του τοπικού δικτύου. Η μη ορθά διαχειριζόμενη ζήτηση συνήθως δημιουργεί συνθήκες υπερφόρτωσης των τοπικών μετασχηματιστών οι οποίοι θα πρέπει να αντικαθίστανται με μεγαλύτερους.

Η ανάλυση της McKinsey προβλέπει ότι η αναγκαιότητα επένδυσης κεφαλαίων για την αντιμετώπιση αυτών των τοπικών αναδιαρθρώσεων του δικτύου θα ακολουθήσει τη μορφή μια καμπύλης σχήματος “S” διότι, ενώ στην αρχή, κατά την οποία η διείσδυση των ηλεκτρικών οχημάτων θα είναι χαμηλή, οι αναγκαίες εργασίες στα δίκτυα θα είναι μικρού κόστους, αργότερα,  όταν ο αριθμός των ηλεκτρικών αυτοκινήτων αυξηθεί σημαντικά, θα απαιτηθούν γρήγορες και αξιόλογες επενδύσεις οι οποίες όμως θα ελαχιστοποιηθούν  και πάλι στη συνέχεια παρά το ότι ο αριθμός των ηλεκτρικών αυτοκινήτων θα συνεχίζει να αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς.

Οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας θα αντιμετωπίσουν ίσως αυτές τις οικονομοτεχνικής φύσεως προκλήσεις εφαρμόζοντας τιμολόγια διαφορετικής χρέωσης της ηλεκτρικής ενέργειας κατά χρονικές ζώνες στη διάρκεια του 24ώρου έτσι ώστε να περιορίζουν τις ανεπιθύμητες υψηλές κορυφές ζήτησης. Μπορούν επίσης να εκμεταλλευτούν λύσεις ακόμα πιο επικεντρωμένες σε ορισμένα τοπικά σημεία εγκαθιστώντας μονάδες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τις χρονικές ζώνες χαμηλής ζήτησης και απόδοσής της στο δίκτυο κατά τις περιόδους υψηλής ζήτησης. Όσο το κόστος των συσσωρευτών πέφτει τόσο περισσότερο ελκυστικές γίνονται οι λύσεις  εξομάλυνσης της καμπύλης ζήτησης μέσω συστημάτων αποθήκευσης της ηλεκτρικής ενέργειας (τα οποία μάλιστα μπορούν να υποστηρίξουν και συστήματα ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές).

Βλέποντας ακόμα μακρύτερα στο μέλλον, είναι πιθανό να εφαρμοστούν συστήματα συνεργασίας των ηλεκτρικών αυτοκινήτων με το δίκτυο κατά τρόπο τέτοιο ώστε να καθίσταται δυνατή και η αντίστροφη ροή ενέργειας δηλαδή από το αυτοκίνητο προς το δίκτυο. Πιλοτικές μελέτες διαπιστώνουν την επιθυμία μεγάλου αριθμού ιδιοκτητών ηλεκτρικών αυτοκινήτων να συμμετάσχουν σε τέτοιου είδους προγράμματα έξυπνης φόρτισης – εκφόρτισης τα οποία μπορεί και να τους αποδώσουν οικονομικά οφέλη μέσω της μείωσης του κόστους  χρήσης του αυτοκινήτου τους.

Πηγή: McKinsey

Previous ArticleNext Article